Κάπου στην Πλατεία Αμερικής υπάρχει ένα μικρό, μικρούτσικο εκκλησάκι. Είναι το εκκλησάκι του Αγίου Ανδρέα με έναν παπά που κάθε φορά που φέρνω στον νου μου, η ψυχή μου γεμίζει γλύκα και φως. Ο παπά-Γαβριήλ. Έτσι και τύχαινε να περάσει βράδυ κανείς από την οδό Λευκωσίας και ο καιρός ήταν καλός, θα τον έβλεπε καθισμένο στο πεζουλάκι του ναού περιτριγυρισμένο πάντα από ανθρώπους που αγαπούσε και τον αγαπούσαν, από την πρώτη κιόλας στιγμή. Κι ήταν πολλοί αυτοί κι όλοι τους, όλοι μας, διαφορετικοί.
Γελούσε με την ψυχή του, μιλούσε τη γλώσσα της αλήθειας, δε φοβόταν τις συμβάσεις, είχε μια τεράστια αγκαλιά, πάντα ανοιχτή κι ένα πνεύμα ελεύθερο. Είναι πολλές οι ιστορίες που θυμάμαι από τον παπα-Γαβριήλ, που αν και ανύπανδρος δεν επιδίωξε ποτέ οφίκια. Μέσα σε αυτή την απλότητα έζησε κι έτσι έφυγε. Σήμερα…
Έφυγε, αφήνοντας τη σκυτάλη σε έναν άξιο αντικαταστάτη του, τον παπά Σταύρο.
Πολύ θα ήθελα απόψε να συναντηθεί με τον παππού μου, που όταν ήμουν μικρή με έπαιρνε από το χέρι και με πήγαινε στο εκκλησάκι του φίλου του.